Στην Αγγλική Έκδοση όμως άλλα φαίνονται:
Αλλά το ζήτημα είναι πώς γώψ ή κολοιός από τον Mecedonius και τον Ησύχιο, έγινε γόπα και αποτσίγαρο και όχι έποψ, γύψ (γύπας), κόνδωρ ή κόραξ.
- κολιός : [< αρχ. κολοιός] (ο) ουσ. είδος ψαριού, ο σκόμβρος ή σκουμπρί
- γώπα : (η) ουσ. βλ. γόπα
- γόπα : [< βώπα < μτγν. βώξ < βόαξ] (η) ουσ. είδος ψαριού αποτσίγαρο
- καλιακούδα : [< κάλοιακας < κόλοιακας < αρχ. κολοιός + κατάλ. -ούδα] (η) ουσ. το πουλί κολοιός, η κάργα: μαύρη σαν καλιακούδα (δημ. τραγ.)
- κάργα : [ < όψιμο μσν. κάργα < τουρκ. karga] (η) ουσ. είδος πουλιού, η καλιακούδα
- χαραδριός [cormorant] κιτρινωπό πτηνό, πουλί χαράδρων
αδηφάγος άνθρωπος: χαραδριού βίον ζην (Πλάτων)
pewit = έποψ (τσαλαπετεινός)
πτηνό - plover
cormorant = άπληστος, θαλασσοκόρακας, κορμοράνος, φαλακροκόρακας
Τώρα ποιος θα αποφανθεί εάν Γωψ και Γυψ είναι κάποιος κόρακας και δεν είναι ψάρι, ιχθύς ή οψάριον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου